Aρχική

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟY ΧΡΙΣΤΟY AΠΟ ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΕYΑΓΓΕΛΙΟ. Δ΄ (Β΄,13-23) ΔΕΣ 26ΔΕΚΘΛΤ ΑΝΑΧΩΡΗΣΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ (ΚΥΡΙΑΚΗ 29 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)

Εκτύπωση

ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟY ΧΡΙΣΤΟY AΠΟ ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ

ΕYΑΓΓΕΛΙΟ. Δ΄ (Β΄,13-23) ΔΕΣ 26ΔΕΚΘΛΤ ΑΝΑΧΩΡΗΣΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ (ΚΥΡΙΑΚΗ 29 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ)

ΔΕΙΤΕ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΕΔΩ

26  ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ

Κυ­ρια­κή με­τά τήν Γέν­νη­ση τοῦ Χρι­στοῦ

Ἀπό τό κατά Ματθαῖον Εὐαγγέλιο. δ΄

(Β΄,13-23) Δες 26ΔεκΘΛτ

Ἀναχωρησάντων τῶν μάγων·

Ὅ­ταν οἱ μά­γοι·

Ἀνα­χώ­ρη­σαν γιά τήν πα­τρί­δα τους, ἕ­νας ἄγ­γε­λος Κυ­ρί­ου πα­ρου­σι­ά­ζε­ται σέ ὄ­νει­ρο στόν Ἰ­ω­σήφ λέ­γον­τας·

«Σή­κω ἀ­μέ­σως, πά­ρε τό παι­δί μέ τήν μη­τέ­ρα του καί φύ­γε στήν Αἴ­γυ­πτο. Κά­θι­σε ἐ­κεῖ, μέ­χρι νά σοῦ πῶ, για­τί ὁ Ἡ­ρώ­δης ἀ­πο­φά­σι­σε νά βρεῖ τό παι­δί, γιά νά τό σκο­τώ­σει».

Ὁ Ἰ­ω­σήφ ξύ­πνη­σε ἀ­μέ­σως, πῆ­ρε τό παι­δί καί τήν μη­τέ­ρα του μέ­σα στήν νύ­χτα καί κα­τευ­θύν­θη­κε πρός τήν Αἴ­γυ­πτο.

Πα­ρέ­μει­νε ἐ­κεῖ μέ­χρι τόν θά­να­το τοῦ Ἡ­ρώ­δη, γιά νά ἐκ­πλη­ρω­θεῖ ὁ λό­γος τοῦ Κυ­ρί­ου μέ τό στό­μα τοῦ προ­φή­τη Ὠ­ση­έ· «Ἀ­πό τήν Αἴ­γυ­πτο κά­λε­σα τόν υἱ­ό μου».

Ὅ­ταν ὁ Ἡ­ρώ­δης δι­α­πί­στω­σε, ὅ­τι τόν κο­ρό­ϊ­δε­ψαν οἱ μά­γοι, ἐ­ξορ­γί­σθη­κε ἀ­φάν­τα­στα καί ἔ­στει­λε γρή­γο­ρα στρα­τι­ῶ­τες στήν Βη­θλε­έμ καί στά γύ­ρω χω­ριά της.

Κα­τέ­σφα­ξε ὅ­λα τά παι­διά, πού ἦ­ταν μι­κρό­τε­ρα ἀ­πό δύ­ο χρό­νια, ἀ­φοῦ ὑ­πο­λό­γι­σε τήν ἡ­λι­κί­α τοῦ Ἰ­η­σοῦ, σύμ­φω­να μέ τίς πλη­ρο­φο­ρί­ες τῶν μά­γων.

Τό­τε ἐκ­πλη­ρώ­θη­καν τά λό­για τοῦ προ­φή­τη Ἱ­ε­ρε­μί­α·

«Σπα­ρα­κτι­κή φω­νή ξέ­σπα­σε στήν Ρα­μά. Θρῆ­νοι καί κλάμ­μα­τα ἀν­τή­χη­σαν. Πο­νε­μέ­νες φω­νές ἀ­κού­σθη­καν. Ἡ Ρα­χήλ ἔ­κλαι­γε τά παι­διά της καί ἦ­ταν ἀ­πα­ρη­γό­ρη­τη, για­τί χά­θη­καν πιά».

Ὅ­ταν πέ­θα­νε ὁ Ἡ­ρώ­δης, ἄγ­γε­λος Κυ­ρί­ου πα­ρου­σι­ά­ζε­ται πά­λι σέ ὄ­νει­ρο στόν Ἰ­ω­σήφ, πού βρι­σκό­ταν ἀ­κό­μη στήν Αἴ­γυ­πτο, λέ­γον­τας·

«Σή­κω, πά­ρε τό παι­δί καί τήν μη­τέ­ρα του καί πή­γαι­νε μέ τήν ἡ­συ­χί­α σου στήν χώ­ρα τοῦ Ἰσ­ρα­ήλ. Πέ­θα­ναν πιά ἐ­κεῖ­νοι, πού ἐ­πι­ζη­τοῦ­σαν τόν θά­να­το τοῦ παι­διοῦ».

Ὁ Ἰ­ω­σήφ, ὅ­ταν ξύ­πνη­σε, πῆ­ρε τό παι­δί μέ τήν μη­τέ­ρα του καί ἐ­πέ­στρε­ψε στήν χώ­ρα τοῦ Ἰσ­ρα­ήλ.

Μα­θαί­νον­τας ὅ­μως, ὅ­τι στήν Ἰ­ου­δαί­α βα­σι­λεύ­ει ὁ Ἀρ­χέ­λα­ος, στήν θέ­ση τοῦ πα­τέ­ρα του Ἡ­ρώ­δη, φο­βή­θη­κε νά κα­τοι­κή­σει ἐ­κεῖ.

Παίρ­νον­τας πά­λι σέ ὄ­νει­ρο θε­ϊ­κή ἀ­πο­κά­λυ­ψη, ἀ­να­χώ­ρη­σε γιά τά μέ­ρη τῆς Γα­λι­λαί­ας.

Ὅ­ταν ἔ­φθα­σε ἐ­κεῖ, ἐγ­κα­τα­στά­θη­κε στήν πό­λη Να­ζα­ρέτ, γιά νά ἐκ­πλη­ρω­θεῖ καί ὁ λό­γος τῶν προ­φη­τῶν·

«Θά ὀ­νο­μα­σθεῖ Να­ζω­ραῖ­ος».