Κήρυγμα Ιεράς Μητροπόλεως Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας Κυριακής Ζ΄ Λουκά (Κυριακή 9 Νοεμβρίου).
Αδελφοί μου!
Δύο θαύματα του Κυρίου μας, περιγράφει η σημερινή Ευαγγελική περικοπή: το πρώτο είναι η ανάσταση της θυγατέρας του Ιαείρου και το δεύτερο η θεραπεία της αιμορροούσης. Αυτό που πρέπει να γνωρίζουμε είναι ότι ο Χριστός πραγματοποιεί τα θαύματα όχι για εντυπωσιασμό, ούτε για να κερδίσει τον κοσμικό θαυμασμό του λαού, αλλά για να φανερώσει την αγάπη και το έλεός Του· για να καταδείξει ότι Αυτός είναι ο Υιός του Θεού του ζώντος, που έχει εξουσία στην ασθένεια, στον θάνατο και στη ζωή. Το κεντρικό θέμα και των δύο θαυμάτων είναι η πίστη. Η εμπιστοσύνη δηλ. που πρέπει να δείχνουμε στο πρόσωπο του Κυρίου μας για ό,τι και αν μας συμβαίνει στη ζωή.
Ο Ιάειρος είναι Αρχισυνάγωγος, άνθρωπος με υψηλή θέση στην θρησκευτική κοινωνία της εποχής εκείνης. Το αξίωμά του αυτό μπροστά στον πόθο για θεραπεία της ετοιμοθάνατης κόρης του δεν τον εμποδίζει να ταπεινωθεί, να γονατίσει μπροστά στον Χριστό και να τον προσκαλέσει σπίτι του. Είναι πράγματι δύσκολο, για έναν άνθρωπο που κατέχει τόσο σπουδαία θέση να παρακαλέσει και να φανερώσει την αδυναμία του ενώπιον ενός«αμφιλεγόμενου Προσώπου» για την Εβραϊκή κοινωνία. Κι όμως, ο Αρχισυνάγωγος ζητά με πόθο τη θεραπεία της ετοιμοθάνατης δωδεκαετούς κόρης του. Για τα δεδομένα εκείνης της εποχής, αυτό αποτελούσε σκάνδαλο∙ η εβραϊκή κοινότητα αδυνατούσε να συλλάβει το μέγεθος της πίστεώς του και να φανταστεί πως αναγνωρίζει τον Μεσσία και Λυτρωτή του Ισραήλ.
Παρότι ήταν άνθρωπος της μελέτης και της διδασκαλίας, μπροστά στον φόβο του θανάτου αντιμετώπισε αδυναμία και τρόμο. Δεν λιποψύχησε όμως· πήρε δύναμη και μίλησε κατά πρόσωπο στον μοναδικό Ιατρό: «Ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· μὴ φοβοῦ, μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται». Όπως μας λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Χριστὸς αντιστρέφει τη λογική: «μὴ φοβοῦ, μόνον πίστευε».
Εδώ μας διδάσκει ότι η πίστη ανοίγει δρόμο εκεί όπου η λογική βλέπει τέλος. Ο φόβος είναι καρπός της πτώσεως· γεννιέται από την αίσθηση απομάκρυνσης από τον Θεό.
Οι Πατέρες κατανοούν τον φόβο ως πάθος, που θεραπεύεται μόνο με την πίστη. Γι’ αυτό ο Χριστός καλεί τον Ιάειρο, όπως μας αναφέρει πάλι ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, λέγοντας: «Οὐκ ἔφη μόνον· πίστευσον εἰς τὴν δύναμίν μου, καὶ ἡ θυγάτηρ σου ζήσεται».
Μπορούμε να το φανταστούμε όλο αυτό σαν εικόνα; Από τη μια η αγωνία και η αναμονή του πατέρα που περιμένει το θαύμα από τον Χριστό. Από την άλλη η άσχημη συμπεριφορά των παρακειμένων, οι οποίοι του λένε: «Ό,τι κι αν κάνεις, δεν έχει αποτέλεσμα· είναι μάταιος κόπος· το παιδί σου πέθανε· μην ενοχλείς τον Διδάσκαλο». Τι δύναμη και τι πίστη χρειάζεται για να ξεπεράσεις όλα αυτά τα εμπόδια;
Ο Χριστός, όμως, που γνωρίζει την καρδιά του καθενός και μπορεί να μεταμορφώσει τα πάντα, λύνει το πρόβλημα. Εισέρχεται στο σπίτι του Ιαείρου μαζί με τους τρεις μαθητές Του, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, όπως ανέβηκε και φανέρωσε τη δόξα Του στο Θαβώρ. Ζητά να σταματήσει ο θρήνος, επιθυμεί ησυχία και αναφωνεί: «ή παῖς, ἐγείρου». Έτσι κατατροπώνει την άπιστη και ορθολογιστική σκέψη των παρισταμένων, οι οποίοι χλεύαζαν ότι το κορίτσι πέθανε. Και τους απαντά, όπως απάντησε και στον Λάζαρο: «οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει» – δεν πέθανε, αλλά κοιμάται. Γι’ αυτό και μέχρι σήμερα, οι τόποι όπου ενταφιάζουμε τους κεκοιμημένους δεν ονομάζονται μνήματα, αλλά κοιμητήρια.
Γιατί όμως, μετά την Ανάσταση της κόρης του Ιαείρου, ο Χριστός τους είπε να της δώσουν φαγητό να φάει; Γιατί το έκανε αυτό; Το έκανε για να τους φανερώσει ότι δεν έκανε κάτι μαγικό και ότι το κορίτσι δεν ήταν φάντασμα. Ο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας σημειώνει ότι, όταν ο Χριστός είναι παρών, ο θάνατος δεν είναι αληθινός θάνατος αλλά ύπνος, γιατί Εκείνος έχει μόνο τη δύναμη να εγείρει. Ο θάνατος είναι προσδοκία αναστάσεως και όχι απώλεια.
Μετά την ανάσταση της κόρης του Ιαείρου, ο Χριστός εισέρχεται μέσα στο πλήθος του λαού, και συναντάει μια γυναίκα που δώδεκα χρόνια ήταν αιμορροούσα· είχε καταναλώσει όλα τα χρήματα, όλη την περιουσία της για να βρει θεραπεία από τη μάστιγα που την τυραννούσε, αλλά δυστυχώς κανείς δεν μπόρεσε να την θεραπεύσει.
Αφού λοιπόν η γυναίκα έχασε κάθε ελπίδα για την θεραπεία της, εμπιστεύεται το μοναδικό Πρόσωπο που γιάτρευε τους πάντες. Και τι κάνει; Ακουμπά την άκρη του ενδύματος του Χριστού και αυτομάτως θεραπεύεται και λυτρώνεται από την ασθένειά της.
Οι πατέρες λένε ότι ο Χριστός είναι ο μόνος γιατρός που θεραπεύει πραγματικά, δίνουν καθολική διάσταση στο θαύμα, λέγοντας ότι, δεν αφορά μόνο μία γυναίκα, αλλά όλη την ανθρωπότητα. Η θεραπεία της αιμορροούσης είναι εικόνα της σωτηρίας του ανθρώπου, που χάνει τη ζωτική δύναμη της ψυχής του μέσα στην αμαρτία. Ο καταλυτικός λόγος του Χριστού μετά τη θεραπεία της γυναικός ήταν: «θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην». Ο λόγος αυτός, όπως τον ερμηνεύει ο Άγιος Μάξιμος ομολογητής, συνδέεται με το ότι η ψυχή, τώρα που θεραπεύθηκε, καλείται να λειτουργήσει εναρμονισμένα με τη χάρη, να ζήσει μέσα στην ειρήνη που της χαρίστηκε. Είναι η ίδια ειρήνη που εύχεται και η Εκκλησία σε κάθε Θεία Λειτουργία, σε κάθε μυστηριακή πράξη.
Κλείνοντας, αγαπητοί μου, θα παρατηρήσουμε ότι αυτά τα δύο γεγονότα που αναλύσαμε ταυτίζονται σε πολλά σημεία με τη σημερινή εορτή του Αγίου Νεκταρίου:
- Γιατί έζησε χωρίς φόβο και με πολλή πίστη.
-Υπέμεινε αγόγγυστα τις ταπεινώσεις και τις δοκιμασίες.
-Αναδείχθηκε φορέας της Χάριτος, που θεραπεύει και νικά τον θάνατο.
-Έγινε μαρτυρία ειρήνης και χαράς για όλους τους ανθρώπους.
Αμήν.


















